Η κάνναβη χρησιμοποιείται θεραπευτικά εδώ και χιλιάδες χρόνια. Το 2700 π.Χ., ο Σεν Νενγκ, Κινέζος αυτοκράτορας και πατέρας της κινεζικής ιατρικής, χρησιμοποίησε την κάνναβη ως θεραπεία. Ο πάπυρος Ebers, ένα αρχαίο αιγυπτιακό ιατρικό κείμενο, που γράφτηκε το 1500 π.Χ. και είναι ένα από τα παλαιότερα γνωστά φαρμακευτικά έργα, αναφέρει επίσης την κάνναβη. Η κάνναβη χρησιμοποιείται ευρέως από τους ανθρώπους προκειμένου να βελτιωθεί η ποιότητα ζωής τους. Η φαρμακευτική της χρήση συνδέεται με τη διαχείριση των σωματικών και ψυχικών προβλημάτων καθώς και με τη διατήρηση της υγείας. Η επίδραση της κάνναβης μπορεί να διαφέρει από άτομο σε άτομο, καθώς εξαρτάται από την κατάσταση στην οποία βρίσκεται το άτομο, το είδος και την ποιότητα της κάνναβης, καθώς και τη μέθοδο χρήσης.
Πιο συγκεκριμένα, η δράση της κάνναβης συνδέεται στενά με το ενδοκανναβινοειδές σύστημα (ECS) του ανθρώπου. Ενδοκανναβινοειδή είναι μόρια που υπάρχουν φυσικά μέσα στο σώμα. Πιο συγκεκριμένα, υπάρχουν στον εγκέφαλο και σε άλλους ιστούς και συμμετέχουν στη ρύθμιση των διαφόρων εγκεφαλικών λειτουργιών, συμπεριλαμβανομένου του πόνου, της αντίληψης, της διάθεσης, της όρεξης, και της μνήμης. Το ενδοκανναβινοειδές σύστημα (ECS) ρυθμίζει κάθε σημαντική λειτουργία του ανθρώπινου σώματός και μας κρατά σε ισορροπημένη ομοιόσταση. Αυτό το σύστημα εκτείνεται από το κεφάλι στα άκρα σχηματίζοντας ένα δίκτυο υποδοχέων, οι οποίοι βρίσκονται παντού στο σώμα μας. Το έναυσμα για να ενεργοποιηθούν αυτοί οι υποδοχείς είναι η κάνναβη.
Η κάνναβη αποτελείται από περισσότερες από 100 ενώσεις που ονομάζονται κανναβινοειδή, συμπεριλαμβανομένων των THC και CBD. Όταν τα κανναβινοειδή εισέρχονται στο σώμα, συνδέονται με τους υποδοχείς ECS και δημιουργούν μια σειρά από οφέλη.
Συνεπώς η κάνναβη είναι σε θέση να βοηθήσει στη ρύθμιση του σώματος και του νου. Συμβάλει στην ανακούφιση του πόνου, στη διαχείριση του άγχους, την αύξηση της όρεξης, τη μείωση της ναυτίας και των επιληπτικών κρίσεων και γενικά στην τόνωση της ανοσολογικής μας απόκρισης. Το ενδοκανναβινοειδές σύστημα ανακαλύφθηκε για πρώτη φορά στο Ισραήλ το 1992 από τον Dr. Raphael Mechoulom, ως ο μηχανισμός μέσω του οποίου τα THC, CBD, και όλα τα κανναβινοειδή απορροφώνται στο σώμα. Τα ευρήματα του Dr. Mechoulam απότελεσαν την αφετηρία επιστημονικών ερευνών και κλινικών μελετών σχετικά με τις θεραπευτικές χρήσεις του φυτού κάνναβης και ήταν η αφορμή για την ίδρυση της Tikun Olam το 2002.
Οι δύο ευρύτερες ποικιλίες φαρμακευτικής κάνναβης είναι η Cannabis Indica και η Cannabis Sativa. Διαφορετικές ποικιλίες που παράγουν διαφορετικά αποτελέσματα, καθιστώντας κάθε μία μοναδικά αποτελεσματική για τη θεραπεία ορισμένων τύπων πόνου και ιατρικών καταστάσεων.
Η Sativa ποικιλία περιέχει συνήθως μια υψηλότερη συγκέντρωση τετραϋδροκανναβινόλης (THC) από κανναβινοειδή γεγονός που προκαλεί περισσότερη ευφορία και εγκεφαλικές επιδράσεις από τα indica στελέχη.
Η Indica ποικιλία περιέχει συνήθως υψηλότερη ποσότητα κανναβινοειδών από τη Sativa, και είναι γνωστή περισσότερο για το αποτέλεσμα χαλάρωσης που επιφέρει στον οργανισμό.
Η διασταύρωση μεταξύ των στελεχών indica και sativa παράγει υβριδικά φυτά. Tα προϊόντα κάνναβης που παράγονται από αυτά τα υβριδικά φυτά, λαμβάνουν ένα μίγμα των ιδιοτήτων των μητρικών φυτών τους, έτσι ώστε να εμπίπτουν κάπου ανάμεσα στο φάσμα Sativa και Indica. Οι μοναδικές ιδιότητες των υβριδικών ποικιλιών επιτρέπουν στους ασθενείς να βιώσουν ακόμα πιο εξατομικευμένη και αποτελεσματική θεραπεία.